πλάτωνις

πλάτωνις
πλάτωνις, ιδος, ,
A deer with broad antlers, Cyran.59.

Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Look at other dictionaries:

  • πλάτωνις — deer with broad antlers fem nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • πλάτωνις — Αγία της Ανατ. Ορθόδοξης Εκκλησίας. Μαρτύρησε στην Παλαιστίνη. Η μνήμη της τιμάται στις 6 Απριλίου. * * * ώνιδος, ὁ, Α το πλατώνι. [ΕΤΥΜΟΛ. Ο τ. συνδέεται με το επίθ. πλατύς, αλλά ο σχηματισμός του είναι δυσερμήνευτος (πρβλ. όνωνις)] …   Dictionary of Greek

  • πλάτωνι — πλάτωνις deer with broad antlers fem voc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • πλάτων' — πλάτωνι , πλάτωνις deer with broad antlers fem voc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”